- ἐξαπώσατε
- ἐξαπωθέωthrust awayaor imperat act 2nd pl (epic ionic)ἐξαπωθέωthrust awayaor ind act 2nd pl (epic ionic)ἐξαπωθέωthrust awayaor ind act 2nd pl (epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
εξαπωθώ — ἐξαπωθῶ, έω (Α) απωθώ έξω, μακριά, αποκρούω («κοὔτ εἰσιόντας στρατόπεδ ἐξαπώσατε οὔτ ἐξιόντας;», Ευρ.) … Dictionary of Greek